Η Μεγάλη Εβδομάδα είναι κάτι μοναδικό μέσα στο εκκλησιαστικό έτος. Στην σπουδαιότητα, άλλωστε, των κοσμοσωτήριων γεγονότων, σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο, οφείλεται και η ονομασία της πιο ιερής εβδομάδας του έτους ως «Μεγάλης».
Στη λειτουργική πράξη της Εκκλησίας, η έναρξη της επόμενης ημέρας γίνεται από το απόγευμα της προηγουμένης. Έτσι, λοιπόν, οι Ακολουθίες που τελούνται το βράδυ της Μεγάλης Εβδομάδας, αφορούν τα γεγονότα της επομένης ημέρας. Τα κείμενά μας, ακολουθώντας αυτή την πρακτική, θα περιγράφουν τα γεγονότα της επομένης ημέρας, αλλά θα αφορούν την Ακολουθία της ημέρας που δημοσιεύονται.
Κάθε μέρα με τη βοήθεια του Αρχιμανδρίτη π. Φιλούμενου Ρούμπη, γενικού γραμματέα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών- θα δίνουμε το «στίγμα» της ημέρας για όλη τη Μεγάλη Εβδομάδα μέχρι και την Κυριακή του Πάσχα. Επίσης, η κυρία Ευηλένα Καρδαμήλα, υποψήφια διδάκτωρ Λαογραφίας θα μας «ταξιδεύει» στα έθιμα και τις παραδόσεις σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, που έχουν βαθιά τις ρίζες τους μέσα στον χρόνο.
Το πρωί της Μεγάλης Δευτέρας τελείται η Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία. Όπως εξηγεί ο Αρχιμ. Φιλούμενος Ρούμπης, σήμερα έχουμε τη συνήθεια να κοινωνούμε κατά αραιά χρονικά διαστήματα. Στους πρώτους, όμως, αιώνες της ζωής της Εκκλησίας, οι πιστοί κοινωνούσαν σε κάθε Λειτουργία, δηλαδή απαραιτήτως κάθε Κυριακή και κάθε Σάββατο και ενδιαμέσως της εβδομάδος, όσες φορές τελούνταν η Θεία Λειτουργία. Ο Μέγας Βασίλειος μαρτυρεί ότι οι χριστιανοί της εποχής του κοινωνούσαν τακτικώς τέσσερις φορές την εβδομάδα.
Αν πάλι δεν ήταν δυνατόν να τελεσθεί ενδιαμέσως της εβδομάδας η Θεία Λειτουργία, τότε οι πιστοί κρατούσαν μερίδες από τη Θεία Κοινωνία της Κυριακής και κοινωνούσαν μόνοι τους ενδιαμέσως της εβδομάδας. Στα Μοναστήρια, και ιδιαίτερα στα ερημικά μέρη, όπου οι μοναχοί δεν είχαν τη δυνατότητα να παρευρεθούν σε άλλες Λειτουργίες εκτός της Κυριακής, έκαναν ότι και οι κοσμικοί. Κρατούσαν, δηλαδή, μερίδες της Θείας Κοινωνίας από την Κυριακή ή το Σάββατο και κοινωνούσαν κατ’ ιδίαν. Οι μοναχοί, όμως, αποτελούσαν μικρές ή μεγάλες ομάδες και όλοι έπρεπε να προσέλθουν και να κοινωνήσουν κατά τις ιδιωτικές αυτές Κοινωνίες.
Έτσι άρχισε να διαμορφώνεται μία μικρή Ακολουθία. Όλοι μαζί προσεύχονταν προ της κοινωνίας και όλοι μαζί ευχαριστούσαν τον Θεό, που τούς αξίωσε να κοινωνήσουν. Αν υπήρχε και ιερέας, αυτός τους προσέφερε τη Θεία Κοινωνία. Αυτό γινόταν μετά την Ακολουθία του Εσπερινού ή την Ακολουθία της Ενάτης Ώρας (3 μ.μ.), γιατί οι μοναχοί έτρωγαν συνήθως μια φορά την ημέρα, μετά τον Εσπερινό. Σιγά – σιγά θέλησαν να εντάξουν την Κοινωνία τους αυτή στο πλαίσιο μιας Ακολουθίας, που να υπενθυμίζει τη Θεία Λειτουργία. Κατά τον τρόπο αυτό άρχισε να διαμορφώνεται ένας τύπος, που εξελίχθηκε στη σημερινή μορφή της Προηγιασμένης Θείας Λειτουργίας.
Η παραβολή των δέκα παρθένων
Τη Μεγάλη Δευτέρα το απόγευμα ψάλλεται ο Όρθρος της Μεγάλης Τρίτης. Στο Συναξάρι της ημέρας διαβάζουμε ότι αυτή την ημέρα γίνεται ανάμνηση της παραβολής των Δέκα Παρθένων.
Το Ευαγγέλιο που περιέχει την παραβολή αυτή διαβάζεται τη Μεγάλη Τρίτη το πρωί στη Θεία Λειτουργία. Την παραβολή αυτή είπε ο Χριστός λίγο πριν από το εκούσιο Πάθος. Η τελευταία διδασκαλία του Χριστού πριν από το Μυστικό Δείπνο περιέχεται στο 25ο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του Ματθαίου και είναι καθαρά εσχατολογική. Αναφέρεται, δηλαδή, στη βασιλεία των ουρανών και στη δευτέρα παρουσία του Χριστού.
Στην αρχή τοποθετούνται οι δύο γνωστές και συγγενείς παραβολές: η παραβολή των Δέκα Παρθένων και η παραβολή των ταλάντων, ή μάλλον «τοῦ κρύψαντος τὸ τάλαντον», και έπεται η γνωστή περικοπή της μελλούσης κρίσεως. Οι ύμνοι, λοιπόν, της ημέρας αυτής μιλούν και για τα τρία αυτά γεγονότα.
Οι πιστοί καλούνται να ακολουθήσουν το παράδειγμα των πέντε φρόνιμων παρθένων, οι οποίες βρίσκονταν σε εγρήγορση, και να αποφύγουν το παράδειγμα των πέντε μωρών, που ραθυμούσαν. Επαινείται η ετοιμότητα μιας ολόκληρης ζωής των φρόνιμων παρθένων, δηλαδή η μακρά διάρκεια της μετάνοιας και της αρετής τους.
Ένα, ίσως, από τα πιο αγαπητά Τροπάρια και προσφιλή στους Χριστιανούς είναι αυτό που ψάλλεται από την Κυριακή των Βαΐων το απόγευμα ως και τη Μεγάλη Τρίτη το απόγευμα, κατά τους Όρθρους, δηλαδή των τριών πρώτων ημερών της Μεγάλης Εβδομάδας: «Τόν Νυμφῶνά σου βλέπω». Αυτό είναι εμπνευσμένο από την παραβολή των Δέκα Παρθένων. Σε νεοελληνική απόδοση, λέει τα εξής: «Σωτήρα μου, βλέπω στολισμένο το σπίτι του γάμου, αλλά δεν έχω κατάλληλα ρούχα για να μπω μέσα. Κάνε λαμπερή τη στολή της ψυχής μου, Εσύ που δίνεις το φως, και σώσε με».
Η διδασκαλία των παραβολών μοιάζει με τη φωνή της μάνας
«Ο Χριστός, όταν λέει τις παραβολές αυτές, δεν νοιάζεται για την πειθαρχία του ανθρώπου. Δεν τον μαλώνει σαν να είναι το κακό παιδί. Αντίθετα, η διδασκαλία των παραβολών μοιάζει με τη φωνή της μάνας», επισημαίνει ο γενικός γραμματέας της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
Και προσθέτει: «Οι παραβολές καλούν σε μετάνοια. Μετανοώ σημαίνει στρέφω το νου μου προς τον Θεό. ‘‘Εάν ο νους έχει στραφεί προς τον Θεό, αμέσως τότε η καρδιά και η βούληση του ανθρώπου στρέφονται επίσης προς τον Θεό. Τότε η βούληση, ως εκτελεστικό όργανο του έσω ανθρώπου, θα επιτελεί μόνο ό,τι είναι σύμφωνο με το θέλημα του Θεού και ό,τι είναι γραμμένο στον νόμο του Θεού (Άγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς)”».