«Άνεμος της Παναγίας», ποίημα O. Ελύτη – «Vent de la Toute-Sainte», poème d’Elytis
Γιατί η Παναγία λατρεύεται και τιμάται όσο κανείς Άγιος απανταχού της γης……
of the Virgin, before 1567 Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Σύρος του
Δομήνικου Θεοτοκόπουλου
Δύο η ώρα το πρωί περιδιαβάζοντας τον έρημο Αύγουστο
Είδες το φως του φεγγαριού να περπατεί μαζί σου
Βήμα χαμένο. Ή αν δεν ήτανε η καρδιά στη θέση της
Ήταν η θύμηση της γης με την ωραία γυναίκα
Η ευχή που λαχτάρησε μεσ’ απ’ τους κόρφους του βασιλικού
Να τη φυσήξει ο άνεμος της Παναγίας!
Ώρα της νύχτας! Κι ο βοριάς πλημμυρισμένος δάκρυα
Μόλις ερίγησε η καρδιά στο σφίξιμο της γης
Γυμνή κάτω από τους αστερισμούς των σιωπηλών της δέντρων
Γεύτηκες τα πικρά χαλίκια στους βυθούς του ονείρου
Την ώρα που τα σύννεφα λύσανε τα πανιά
Και δίχως ήμαρτον κανέν’ από την αμαρτία χαράχτηκε
Στα πρώτα σπλάχνα του ο καιρός. Μπορείς να δεις ακόμη
Πριν από την αρχική φωτιά την ομορφιά της άμμου
Όπου έπαιζες τον όρκο σου κι όπου είχες την ευχή
Εκατόφυλλη ανοιχτή στον άνεμο της Παναγίας!
Vent de la Toute-Sainte
Dans une paume de mer tu as goûté les âcres graviers,
A deux heures du matin, flânant dans le mois d’août désert
Tu as vu la lumière de la lune marcher avec toi,
Marche perdue. Ou, si le cœur n’était pas à sa place,
Il y avait le souvenir de la terre, avec la belle femme,
Le vœu qui a désiré que du sein du basilic
Souffle le vent de la Toute-Sainte.
Heure de la nuit ! Et le vent du nord débordant de larmes
Dès qu’a frissonné le coeur, au raffermissement de la terre,
Nue, sous les constellations des arbres silencieux
Tu as goûté les acres graviers dans les profondeurs du rêve
A l’heure où les nuages ont hissé les voiles,
Et sans aucun mea culpa s’est gravé
Le temps dans ses entrailles primitives. Tu peux encore voir,
Avant le feu premier, la beauté du sable
Où tu jouais ton serment et où tu avais la bénédiction
Aux cent pétales au vent de la Toute-Sainte.